Αθάνατες οι καρίνες των παλιών χωριάτικων σπιτιών
Αθάνατες είναι παρά την πλήρη τις περισσότερες φορές εγκατάλειψη οι καρίνες των παλιών σπιτιών στα χωριά της Λευκάδας. Μεγάλα σε μήκος και χονδρά σε πάχος μαδέρια που πάνω ρους στηρίζεται το πάτωμα ή και η στέγη. Καμωμένες από αγριόξυλα, συνήθως από ρουπάκια (βελανιδιές), σώζονται σε πολλά σπίτια, ακόμη και σε αυτά που έχει πέσει η στέγη τους…
Όπως αναφέρει η αρχιτέκτονας κα Χαρά Παπαδάτου-Γιαννοπούλου στη σελ. 26 του βιβλίου της «Τεχνικές ευσταθείας της Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής και Λεξικό ιδιωματικών οικοδομικών όρων της Λευκάδας», όπου αντιστοιχεί την ναυπηγική με την οικοδομική ορολογία στο λευκαδίτικο λεξιλόγιο, με τον όρο καρίνα ονομάζεται
- στη ναυπηγική το μεγάλο επίμηκες δοκάρι που χρησιμεύει ως βάση για την κατασκευή και την ανάπτυξη της κατασκευής του σκάφους.
- Στην λευκαδίτικη ορολογία, καρίνα ή σάβρα ονομάζεται επίσης η μεσαία δοκός πάνω στην οποία στηρίζονται οι μπαμπάδες (ορθοστάτες της στέγης) όπου συγκλίνουν τα ψαλίδια για την κατασκευή της στέγης καθώς επίσης και τα τρία συνήθως κατά μήκος ματέρια (δοκάρια) πάνω στα οποία κατασκευάζεται το πάτωμα του πρώτου ορόφου.
Στο ίδιο βιβλίο παραθέτει συμβόλαιο του έτους 1851, όπως δημοσιεύτηκε από τον Δ. Μαλακάση, που αφορά στην ανέγερση του κτιρίου όπου στεγάζεται σήμερα ο Μουσικοφιλολογικός Όμιλος «Ορφεύς» (οικία Σπυρίδωνος Σκιαδαρέση) κι όπου μεταξύ άλλων γίνεται λόγος οι εξουσιοδοτημένοι ξυλουργοί «να κατασκευάσωσι με ξύλα δένδρινα την τριγύρω και εις τα μεσότοιχα της οικίας ξυλοδεσιάν, ποντελαδούρα με κολώναις, με τας αναγκαίας καρίνας και τραβαδούραν, τα τράβα της οποίας μέλλει απέχωσι τον εν του άλλου ένα πόδα».
Και στο σημείο 3 του ίδιου συμβολαίου αναφέρεται: «Ομοίως την δευτέραν τραβαδούραν κατά τον ειρημένον τρόπον, θέτοντες κολώναις μπρατσολάδαις, όσο μέλλουν να βαλθούν τα μεσοχωρίσματα, με τας αναγκαίας καρίνας και πατώνοντάς την όλην με τάβλαις ή λάρζιναις ή αλπαίδιναις».
Και σε μια άκρη ο καταρράχτης απ΄ όπου γινόταν η πρόσβαση από τον πάνω όροφο στο κατώ(γ)ι