Χριστούγεννα της στρουγγοκαλύβας | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News

Χριστούγεννα της στρουγγοκαλύβας

kalyva_boissonasΚτηνοτροφική καλύβα στη Λευκάδα το 1912 (Fred Boissonnas, Victor Bérard)

– Ολόβολη μια κερασιά ξερρίζωσε ο Θανάσης.
– Τα περιβόλια, ωρέ παιδί μ΄, επήγες να χαλάσης;
– Πλάνεψα ως την Τριανταφυλλιά, γύρισα όλη τη χώρα
Από το γιόμα ως τώρα.

– Κι ο Πλάτανος τι τώφταιγε του Θόδωρου πατέρα;
Για τήρα τον ξαπλωταριά από τον τσάρκο ως πέρα,
Για απόψε ο έρμος τράνευε, χόντραινε τόσα χρόνια
Στον ήλιο και στα χιόνια.

– Τον εύρηκα στην ποταμιά, στον πόρο του Τζοβάρα
Νιός είναι, όμως τον ξέρανε παράκαιρα η κατάρα,
Τ΄ αστροπελέκι αυλάκωσε τη μαλακιά του φλούδα,
Τώφαε τη ρίζα η σούδα.

– Α, νάτος κι ο Καρκάντζαλος, στον ώμο του έχει πάρει
Και μας το φέρνει στο μαντρί χιλιόχρονο πουρνάρι,
καλά τον λεν Καρκάντζαλο, τι ασυσταγιά δεν έχει,
Μέρα και νύχτα τρέχει.

– Ταχ΄ από πού το κουβαλάει ο χριστογεννημένος;
– Δεν με φοβίζει ο Ζάλογγος, ας είναι χιονισμένος,
Σαν αντρειωμένος τον πατώ, τα δέντρα όλα του παίρνω
Και στο μαντρί τα φέρνω.

– Ο Δίπλας πάλι, ο μορφονιός, πουθ΄ έρχετ΄ εδώ κάτου;
– Έρχεται από τα Φλάμπουρα, πώχει συγγενικά του
Αυτός για τα χριστόψωμα, επήγε οχ την αυγούλα,
– Και για καμιά ξανθούλα.

– Ρίχνετε ακόμα στη φωτιά κλαρούδια, ρίχνε Χρήστο
Σ΄ έκαψε κείνο το δαυλί. Γεροκαψάλη, σβύστο
Νάσου, πετάξου εσύ να ιδής τα ζωντανά στη στάνη
Και τι καιρός θα κάνει.

– Κυρ Τάκη, ξεφεγγάρωσε και με το χιόνι τώρα
Απ΄ άκρη σ΄ άκρη μια χαρά ασπρίζει η Βαλαώρα,
Κ΄ είναι μια βούβαση βαθειά στη γη, στα ουράνια πάστρα
Και λάμπουν πλήθια τ΄ άστρα.

Τα ζωντανά μες στο μαντρί κλειστά καταλαγιάζουν,
Στον τσάρκο κάπου μοναχά μικράκια αρνιά βελάζουν.
είναι τα γρέκια τους ζεστά και τρων΄ κλαρί τα πράτα
κομμένο οχ τα Ζερβάτα.

– Τώρα στρωθείτε ολόγυρα, παιδιά, κι ακουρμαστήτε
Του κόσμου ο αφέντης ο Χριστός – να μη το λησμονήτε –
γεννήθηκε σε μια σπηλιά που ζωντανά μαντρίζουν,
Τ΄ αρνιά τον χουχουλίζουν.

Μες από κείνη βλόγησε κάθε βοσκού κοπάδι
Και σαν απόψε αόρατος γυρνά μες το σκοτάδι
Και παίρνει αράδα τα μαντριά, κοπάδια οπού φυλάνε,
Ρωτώντας πως περνάνε.

Για δαύτο την Παραμονή να μην πεινάν τα πράτα,
Νάχουν περίσσια τη θροφή, νάναι ζεστά, χορτάτα,
να μην τα βρίσκη ο αφέντης μας τα μαύρα παγωμένα
Και νηστικά αφημένα.

Και τούτο ακουρμαστήτε το – Δεν είναι παραμύθι –
Κατόπι οχ μεσάνυχτα και με το πρώτο ορνίθι
Στη μάντρα ένα χριστόψωμο να γλύψουν φέρτε γύρα
Γαλάρια, αρνιά και στείρα.

Τι έμαθαν τον αφέντη μας οπώγλυφαν στα γέννα
Και το θυμούνται χρονικής, παιδιά, τα βλογημένα
Κι΄ αν δεν το γλύψουν το ψωμί την ώρ΄ αυτή, βελάζουν,
Σα γνωστικά να κράζουν.

Και τώρα φέρτε τα δεντρά και το κρασί, το λάδι,
Για να παντρέψω τη φωτιά ακόμ΄ αυτό το βράδυ,
Τι γέρασα κι΄ είν΄ άγνωρο του χρόνου τι με βρίσκει,
Λίγη ζωή μου μνίσκει.

Πρώτα παντρεύω σε, φωτιά, με τούτο το πουρνάρι,
Οπώχει το κορμί στοιχιό και δράκο το κλωνάρι,
Ωσάν αυτό χιλιόχρονη να ζης, να μη γεράζης,
Να καις παντού, να βράζεις.

Σου δίνω και τον πλάτανο με τα πλατιά τα φύλλα,
Παντού ν΄ απλώνης γύρα σου και στα ψηλά καπνίλα,
Να δείχνεσαι πως πάντα ζης και ζουν μαζύ σου ανθρώποι
Σε πόλη ή βοσκοτόπι.

Τρίτα, φωτιά, την κερασιά σου δίνω συγγενάδι,
Να σε φυλά από Παγανά ως των Φωτών το βράδυ
Και με παληό τριέτικο κρασάκι σε ποτίζω,
Με λάδι σε ραντίζω.

Από τη στρουγγοκαλύβα ποτές να μη μου λείπης,
Τι μου είσαι της χαράς ζωή και οχτρός τρανός της λύπης,
Να σ΄ ανακράζω να μ΄ ακούς, να βάζης, να μου κρένης
Γλυκά να με θερμαίνης.

– Να ζήσετε χρόνια πολλά κι΄ απίκραντα, παιδιά μου,
Σαν τα ρουπάκια του Ζυγού, σαν τα βουνά του Γράμμου,
Να μη σας εύρουνε ποτές τα έρημα τα γέρα!
– Να ζης και συ πατέρα.

Κώστας Κρυστάλλης

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Μπουκέτο» ( Τόμ. 1, Αρ. 30, 1924) με την επισήμανση «Ανέκδοτα ποιήματα του Κώστα Κρυστάλλη» (Μη συμπεριληφθέντα εις τα «Άπαντα» του ποιητού).

Το «Πάντρεμα της φωτιάς», ένα χριστουγεννιάτικο έθιμο που απαντάται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, αναφέρεται και στο τρίτο άσμα του ποιήματος «Φωτεινός», του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, όταν η Θοδούλα λέει στον πατέρα της, τον Φωτεινό:

Βλέπεις φωτιά, πατέρα;
ούτε χριστουγεννιάτικη! Την πάντρεψες ο ίδιος
το βράδυ την παραμονή, την πότισες με λάδι,
τη ράντισες κρασί παλιό… Δε λησμονεί τη χάρη
και τώρα που την έκραξες αναγαλλιάζει εμπρός σου.
Τί ξυλοχάλαση είν΄ αυτή!…



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>