Προλογικά στην ωδή στον Πατριάρχη (της Χ. Τυπάλδου) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Τε, Ιουν 26th, 2024

Προλογικά στην ωδή στον Πατριάρχη (της Χ. Τυπάλδου)

15_patriaexhs

Προλόγηση του ποιήματος που έγραψε ο Βαλαωρίτης για την τελετή των αποκαλυπτηρίων του αγάλματος του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ στις 25 Μαρτίου 1872, από την φιλόλογο Χαρά Τυπάλδου κατά την επίσκεψη της ΑΘΠ του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου στον ιστορικό ναό του Παντοκράτορα στην πόλη της Λευκάδας το απόγευμα της Τρίτης 25 Ιουνίου.

Παναγιώτατε Πάτερ και Δέσποτα,

Η τιμή μεγίστη, η ευλογία υψίστη

Εάν θα έπρεπε να επιλέξουμε 2-3 κορυφαίες στιγμές από το βίο του Εθνικού μας ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη μία θα ήταν χωρίς αμφιβολία η στιγμή της απαγγελίας του στα αποκαλυπτήρια του Ανδριάντα του Γρηγορίου του Ε’ στις 25 Μαρτίου 1872, πενήντα σχεδόν χρόνια μετά την έκρηξη της Επανάστασης. Λίγους μήνες πριν, τον Οκτώβριο του 1871, ο ποιητής έλαβε επιστολή από τον Πρύτανη του Εθνικού Πανεπιστημίου, Ευθύμιο Καστόρχη, με την οποία τον καλούσε να γράψει ποίημα κατάλληλο να απαγγελθεί ως ωδή στον Πατριάρχη, στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κολακευμένος ο Βαλαωρίτης δέχτηκε με μία μόνο προϋπόθεση, η οποία έγινε αμέσως δεκτή: να γράψει το ποίημα στη δημοτική. Προέκυψαν 146 στίχοι 15/σύλλαβοι, επικοί, άκρως ποιητικοί, πλήρεις μεγαλείου αλλά και αισθήματος πατριωτικού, οι οποίοι διατρέχουν αδρά και άκρως ποιητικά τα σημαντικότερα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης από τον απαγχονισμό του Πατριάρχη έως και τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου.

Τον ποιητή βασάνιζε, λένε, το ξεκίνημα του ποιήματος. Αφού ολοκλήρωσε το κύριο σώμα του, κλεισμένος στο γραφείο του ξημερώθηκε παλεύοντας με την έμπνευση για να την αναγκάσει να του χαρίσει έναν συναρπαστικό πρώτο στίχο. Μα εκείνη δυστροπούσε. Και η αυγή προχώρησε, το προσωπικό του σπιτιού της Μαδουρής ξύπνησε και καταπιάστηκε με τις δουλειές του. Ο αφοσιωμένος προσωπικός του οικιακός βοηθός άνοιξε την πόρτα και μπήκε στο γραφείο φέρνοντας το πρωινό του στον ποιητή, που σήκωσε τα μάτια από τα χαρτιά του κι αφέθηκε να τον κοιτάει αφηρημένος για πολλή ώρα.

Ο αφοσιωμένος γέρο-σπιτικός, γνωρίζοντας καλά κι από χρόνια τον αγαπημένο «παρτσινέβελο» (αφέντη), ξέροντας με άλλα λόγια πως την ώρα εκείνη ο ποιητής τον κοιτούσε αλλά δεν τον έβλεπε, γιατί ο νους του πετούσε πολύ μακριά και πολύ ψηλά, έμεινε με το δίσκο στα χέρια, σεβαστικά ακίνητος, μήπως και φοβίσει το δύστροπο πουλί της φαντασίας.

Τέλος ο ποιητής συγκεντρώθηκε, συνειδητοποίησε την ακίνητη παρουσία του ανθρώπου και του μίλησε:

«Πώς με θωρείς ακίνητος»; Και η αυθόρμητη αυτή φράση σαν να έλυσε τα μάγια.

Η απαγγελία υπήρξε θρίαμβος μοναδικός. Προκάλεσε συγκλονιστική πανελλήνια εντύπωση «βάλσαμον θαυματουργόν αλλά δυστυχώς πρόσκαιρον» κατά τον ίδιο τον ποιητή. Εγκωμιάστηκε από τον ελληνικό και τον ξένο τύπο, η υποδοχή δε του ποιητή στη Λευκάδα λίγες μέρες αργότερα άγγιξε τα όρια της λατρείας. Ίσως αυτή να ήταν και η τελευταία δοξασμένη ημέρα την οποία όμως ο ποιητής απήλαυσε δυστυχώς μόνος του αφού η σύζυγος και τα τέκνα του απουσίαζαν στο εξωτερικό. Σε αντίτυπο της ωδής του Πατριάρχη, το οποίο χάρισε σε φίλο του ο Βαλαωρίτης επέγραψε το εξής τρίστιχο:

Εφλόγησε τον ουρανό

Το αστέρι μου μιαν ώρα.

Ποιος το θυμάται τώρα;

Τον βεβαιώνουμε ότι όλοι οι Λευκαδίτες δεν τον ξεχνούμε ποτέ.

13_patriaexhs



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>