Το κατσούλι | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News

Το κατσούλι

«Μια Άσχετη (σχετική) παρέμβαση στην εφημερίδα μας

Ο μικρός Μπόζικ με το κατσούλι του στο δρόμο για τα Καλυβάκια

Ο μικρός Μπόζικ με το κατσούλι του στο δρόμο για τα Καλυβάκια

Λοιπόν φίλοι μου συγχωριανοί και μη, είναι μια μέρα του Νοέμβρη, ρίχνει ΤΑ νερά του, η τηλεόραση ασχολείται με τα ίδια: πλεόνασμα, ύφεση, πλειστηριασμοί, τρόικα, ΔΝΤ, κ.τ.λ.π.

Μαγείρεψα σήμερα μια φασολάδα με μπόλικο πιπέρι και σαρδέλες ξερές. Όπως προείπα το νερό πέφτει με το τσουβάλι (τώρα τι παροιμία είναι κι αυτή, το νερό να πέφτει με το τσουβάλι, είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο). Μέσω των καιρικών φαινομένων το μυαλό μου (δεν το ελέγχω πλέον) με ταξιδεύει πολλά χρόνια πίσω, τότε που δεν υπήρχαν Στουρνάρηδες – Γεννηματάδες – Τόμσεν – ΔΝΤ – ΕΚΤ – Τρόικα – USW.

Έβρεχε πάντα θυμάμαι το Νοέμβρη και το Δεκέμβρη στο χωριό. Το κάθε μπχαρί κάπνιζε από τις αρχές του φθινοπώρου, μιας και ήταν ο μοναδικός τρόπος θέρμανσης. Στριμωγμένοι όλοι μας, εννιά νοματαίοι, γύρω-γύρω από τη γωνιά σε έξι τετραγωνικά κουζινούλα νοιώθαμε την ερωτική, μπορώ να πω, έλξη της πύρινης ζεστασιάς ενώ το πίσω μέρος του κορμιού μας ήταν πιο κρύο και από τη …Βόρεια θάλασσα. Βέβαια εγώ, ο πιο αγαπητός στην οικογένεια, ζεσταινόμουν πάντα στην αγκαλιά της μάνας μου μέχρι που με κουβαλούσε κάθε βράδυ μισοκοιμισμένο και πολύ ζεστό στο πάνω μέρος του σπιτιού που ήταν οι κάμαρες. Αλλά το πρωί, ΤΟ ΠΡΩΙ! τουρτουρίζοντας κάτω από σαγιάσματα και κουρελούδες ξυπνάγαμε. Εδώ άρχιζε ο μαραθώνιος. Ο Βοριάς τρύπαγε κάθε σχισμή ή άνοιγμα που έβρισκε στο δρόμο του. Τα παράθυρά μας, όπως σχεδόν όλων, αδιαπέρσατο ατσάλι! της τάξης των σαπισμένων κουφωμάτων και των ραγισμένων αν όχι σπασμένων τζαμιών.

Το πρώτο πράγμα που έψαχνα μετά το τσάι ήταν το κατσούλι για το δρόμο προς τα Καλυβάκια.

Ο δεύτερος εαυτός μου!

Το δέρμα μου!

Οι μυρωδιές μας!

Το λάτρεψα. Μέσα του ήταν κλεισμένες όλες οι μυρωδιές στην πάμφτωχη ζωή που περνούσαμε στη δεκαετία του 70. Ψάχνω σήμερα να βρω τη μυρωδιά του. Τη μυρωδιά του μόχθου του κασμά, των λουριών, των πανιών για τις ελιές, τον ιδρώτα του άγχους, τον ιδρώτα της επιβίωσης.

Ίσως άδικα.

Ξεχνάμε!

Μυρωδιές και αρώματα συνοδεύουν πάντα κάθε άνθρωπο στο ξεκίνημα της ζωής του. Γι΄ αυτό μένουν ανεξίτηλα στο βάθος του χρόνου.

Το κατσούλι μου το αντλαμβάνομαι σήμερα σαν το τραγούδι του Δάντη που μιλάει για το παλιό του παλτό. Μόνο που εγώ δεν το αφιερώνω σε κάποιον ή κάποια. Είναι για μας.

Για το Σωκράτη! Τη Λέτα! Τη Φωφώ! Το Σπύρο! Το Λάμπρο! Το Γιάννη! Και για όλα τα παιδιά κι αν ξέχασα κανένα του ζητάω συγνώμη και θα τους θυμηθώ στη διάρκεια του χρόνου. Γιατί δεν ήμουν μόνο εγώ! Ήμασταν όλοι! Δεν ήταν το κατσούλι μου, ήταν το Κατσούλι μας! Αισθανόμαστε ασφάλεια μέσα σ΄ αυτό.

Κι ας έβρεχε! Κι ας χιόνιζε.

Μπόζικ»

(Αναδημοσίευση από τα «Τσουκαλαδιώτικα» (Διμηνιαία έκδοση του Πολιτιστικού Συλλόγου Τσουκαλάδων Λευκάδας), Αρ. Φύλλου 4, Οκτώβρης – Νοέμβρης 2013, Σελ. 10)


Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>