Σχόλιο αναγνώστριας σε δημοσίευμα για τον Πέτρο Θέμελη | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Πα, Νοε 3rd, 2023

Σχόλιο αναγνώστριας σε δημοσίευμα για τον Πέτρο Θέμελη

γοργόνα-της-Πρέβεζας-2

Σχόλιο της κας Χριστίνας Μιχαλά στο δημοσίευμα «Πρέβεζα: Θλίψη για το θάνατο του διακεκριμένου αρχαιολόγου Πέτρου Θέμελη»:

Διαβάζοντας το αφιέρωμα μνήμης για τη γοργόνα του Πέτρου Θέμελη, την ΑΚΤΙΑ ΓΟΡΓΟΝΑ της Πρέβεζας, σαν ένα ακρόπρωρο με γυναικεία μορφή, και καθώς οι απώλειες πυκνώνουν, μου ήρθε στο μυαλό κάτι που είχε γράψει ο Ελύτης, «Μέσα στη θλίψη της απέραντης μετριότητας, που μας πνίγει από παντού, παρηγοριέμαι ότι κάπου, σε κάποιο καμαράκι, κάποιοι πεισματάρηδες αγωνίζονται να εξουδετερώσουν τη φθορά».

«Πεισματάρικη Παρηγοριά» είναι ο Πέτρος Θέμελης, που πριν λίγες μέρες μετοίκισε στην ουράνια συνοικία για να βρει τον μεγαλύτερο αδελφό του Δημήτρη Θέμελη, καθηγητή μουσικολογίας στο ΑΠΘ, και τον πατέρα του τον ποιητή μας Γιώργο Θέμελη. Κι οι τρεις μεγάλοι και υπέροχοι αιώνιοι δημιουργοί ο ένας με τη σκαπάνη του, ο άλλος με το δοξάρι του κι ο τρίτος με την πένα του ξανασυναντιόνται.

Αν και γεννήθηκε στο βορρά, στη Θεσσαλονίκη (1936), ο νότος κατέκτησε την ψυχή του, έγινε το σπίτι του. Η Μεσσήνη του, ο μεγαλειώδης αρχαιολογικός χώρος που δημιούργησε από το μηδέν, ζωντανεύοντας μια ολόκληρη πόλη μέσα στον χρόνο, μέσα στις εποχές που θα αλλάζουν αενάως, και τον σφράγισε με την ποιότητα της αρχαιολογικής του σκαπάνης και την εφαρμοσμένη πολιτική αναστήλωσης και ανάδειξής του, έγινε το «σήμα» του, η κατοικία του στην αιωνιότητα.

Αν λοιπόν για τον αρχαιολόγο με τη μεταμοντέρνα ματιά που τάχθηκε φανατικά υπέρ των ανοιχτών μνημείων για τους σύγχρονους επισκέπτες και ήταν σταθερός υποστηρικτής της άποψης ότι οι άνθρωποι δίνουν ζωή στους αρχαιολογικούς χώρους, η Μεσσήνη ήταν το έργο της ζωής του……τα ακρόπρωρα «της καλής τύχης» ήταν ένα πάθος του άσβεστο μέσα στον χρόνο. Λάτρης αυτών των μοναδικών δειγμάτων ιστορίας και επιδεξιότητας μεγάλων τεχνιτών, μελέτησε τα λίγα σωζόμενα ακρόπρωρα που έχουν φτάσει μέχρι τις μέρες μας και ξεχωρίζουν ως μια ζωντανή μαρτυρία του λαϊκού μας πολιτισμού, μαζί με τις γραπτές πηγές και τις απεικονίσεις τους στην τέχνη, και εκπόνησε μια περιεκτική μελέτη «Καραβοκύρηδες & Ακρόπρωρα του 1821», που διαβάζεται σαν ένα μικρό μυθιστόρημα για την ιστορία των καπεταναίων, της ναυτοσύνης, της λαϊκής τέχνης και των επιρροών της, εντάσσοντάς τα στο ευρύτερο πλαίσιο της νεοελληνικής ναυτιλίας αλλά και τέχνης.

Στον πρόλογο του βιβλίου ο Πέτρος Θέμελης γυρνά στα παιδικά του χρόνια, εκεί που ξεκίνησε η αγάπη και η εντύπωση που του έκαναν τα ακρόπρωρα, όταν Καριώτες καραβοκυραίοι, έφταναν κατά καιρούς στο σπίτι τους στη Σαλονίκη, όταν ξεφόρτωναν τα τρεχαντήρια τους με προϊόντα στην παραλία του Θερμαϊκού και φόρτωναν ξανά, σαλπάροντας για το νησί με ανέμους όχι πάντα ούριους.

«Ένα καλοκαίρι αξέχαστο», γράφει, «μας πήρανε μαζί τους στο ταξίδι ης επιστροφής για Νικαριά. Φίσκα γεμάτα ως τα μπούνια με εμπορεύματα τα δυο καΐκια κι εμείς απάνω στρωματσάδα στο κατάστρωμα. Το ένα διατηρούσε μια μικρή ξυλόγλυπτη φιγούρα καρφωμένη στην πλώρη σαν ακρόπρωρο, μια γυναίκα δηλαδή με γιλέκο εφαρμοστό και φαρδιά φούστα, με τόνα χέρι τεντωμένο ίσια μπρος σαν να έδειχνε το πέλαγος, ενώ η μούρη της ήταν φθαρμένη από την πολυκαιρία, την αρμύρα και τον άνεμο».

Η γυναικεία φιγούρα-ακρόπρωρο, που καταχρηστικά ονομάζεται γοργόνα, είναι γαλήνια καλοσυνάτη ύπαρξη, προστάτρια και φύλακας άγγελος των ναυτικών, «καρφωμένη στην πρώρα ορθώνει επιβλητικά το ανάστημα στην οργή των στοιχείων της φύσης». Eίναι η προσωποποιημένη ψυχή του καραβιού που διώχνει το κακό, προστατεύει το πλήρωμα, φέρνει πλούτο και δύναμη στον καραβοκύρη, χαρίζει νίκες σε περίπτωση πολέμου.

Ξυλόγλυπτες μορφές θεϊκές, μυθικές ή και μορφές ηρώων, άλλοτε ολόσωμες και άλλοτε μόνον μπούστα τα ακρόπρωρα των παλιών πλοίων, οι «φιγούρες» ή «γοργόνες» όπως τα ονόμαζαν οι καραβοκυραίοι αποτελούν ένα από τα πιο γοητευτικά κατάλοιπα μιας εποχής που έχει προ πολλού περάσει.

Γερμένες μπροστά οι γυναικείες φιγούρες-ακρόπρωρα, συνεχίζοντας τη λοξή γραμμή του κορακιού, με τη φαρδιά τους φούστα να κυματίζει σπρωγμένη από τον πελαγίσιο αγέρα, δεν απέχουν πολύ από τις αρχαίες Νίκες ακρωτήρια των ναών, τις στημένες ψηλά στις κορφές των αετωμάτων. Μόνο, που τα γυναικεία ακρόπρωρα δεν έχουνε φτερά, είναι Νίκες άπτερες, θα λέγαμε όπως η άπτερος Νίκη της αθηναϊκής Ακρόπολης. (Ακόμα και η Νίκη της Σαμοθράκης είναι ένα ακρόπρωρο. Είναι στην πλώρη του πλοίου και σαλπίζει τη νικηφόρα έκβαση της ναυμαχίας, την κατάκτηση και τον πλούτο που φέρνει στη χώρα μια μάχη που έχει κερδηθεί).

«Σπάσε το πλοίο μου στα βράχια της αυγής // πνίξε με στον ωκεανό της λήθης// να ταξιδέψω στον απέραντο χρόνο /// να ξαναγεννηθώ μύστης και Βάκχος/// τεχνίτης περί τον Διόνυσον ///γεμάτος ΟΝΕΙΡΑ και ΘΑΛΑΣΣΑ//(από το έξοχο ποίημα του Πέτρου Θέμελη «ΓΟΡΓΟΝΑ ΜΕΔΟΥΣΑ»).



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>